Του ΑΝΤΩΝΗ ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΥ
Το περίεργο email της τρόικας και η παράλογη απαίτηση για απολύσεις χωρίς αποζημίωση φέρνουν εκ νέου στο προσκήνιο τα δικαιώματα που έχουν οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα ή στις επιχειρήσεις και τους Οργανισμούς του κράτους που απασχολούν υπαλλήλους με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου.
Ετσι, περισσότερο από ποτέ, με αφορμή τις απολύσεις στην ΕΡΤ, αλλά και τις μελλούμενες απομακρύνσεις από τις επιχειρήσεις και τους Οργανισμούς της αμυντικής βιομηχανίας, τη ΛΑΡΚΟ κ.ά., καθίσταται αναγκαίος ένας οδηγός με τα δικαιώματα που δίνει στην ανίσχυρη πλευρά, αυτή των εργαζομένων, η υφιστάμενη νομοθεσία.
Η «Κ.Ε.», με τη βοήθεια του Παρατηρητηρίου Απασχόλησης της ΓΣΕΕ, έφτιαξε έναν πλήρη οδηγό με τα δικαιώματα των εργαζομένων με σχέση αορίστου χρόνου ιδιωτικού δικαίου, σε περίπτωση απόλυσης, που είναι κατοχυρωμένα με νόμο.
Αρνηση υπογραφής
Σε περίπτωση απόλυσης εφόσον ο εργαζόμενος αρνηθεί να υπογράψει την παραλαβή του εγγράφου της καταγγελίας, τότε αυτή κοινοποιείται με δικαστικό επιμελητή, η δε σχετική αποζημίωση κατατίθεται στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων στο όνομα του δικαιούχου.
Ο εργαζόμενος μπορεί να παραλάβει το έγγραφο ή την αποζημίωση, προσθέτοντας πριν από την υπογραφή του τη φράση «με την επιφύλαξη κάθε δικαιώματός μου». Ετσι δεν χάνει το δικαίωμα να προσβάλει το κύρος της καταγγελίας της σύμβασης εργασίας του.
Οσον αφορά την αποζημίωση που καταβάλλεται σε περίπτωση άτακτης (χωρίς προειδοποίηση) καταγγελίας, αυτή είναι διπλάσια από τη χορηγούμενη σε περίπτωση τακτικής (με προειδοποίηση) καταγγελίας.
Η καταγγελία σύμβασης εργασίας ιδιωτικού υπαλλήλου με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου, με τη διαδικασία της προειδοποίησης, γίνεται με τους εξής χρονικούς περιορισμούς:
ΑΓια υπαλλήλους που έχουν υπηρετήσει από δώδεκα (12) «συμπληρωμένους» μήνες έως δύο (2) έτη, απαιτείται προειδοποίηση ενός (1) μηνός πριν από την απόλυση.
ΒΓια υπαλλήλους που έχουν υπηρετήσει από δύο (2) έτη συμπληρωμένα έως πέντε (5) έτη, απαιτείται προειδοποίηση δύο (2) μηνών πριν από την απόλυση. Και ούτω καθεξής.
Εργοδότης που προειδοποιεί εγγράφως τον εργαζόμενο (στις προθεσμίες που προαναφέρθηκαν) καταβάλλει στον απολυόμενο το ήμισυ της αποζημίωσης της καταγγελίας χωρίς προειδοποίηση.
Εργοδότης που παραμελεί την υποχρέωση προειδοποίησης για καταγγελία σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου ιδιωτικού υπαλλήλου οφείλει να καταβάλει στον απολυόμενο υπάλληλο ολόκληρο το ποσό της αποζημίωση απόλυσης, όπως κλιμακώνεται στο σχετικό πίνακα.
Το ποσό της αποζημίωσης για την απόλυση εργατοτεχνιτών είναι διαφορετικό (μικρότερο) από αυτό των υπαλλήλων.
Οταν η αποζημίωση, λόγω καταγγελίας της σύμβασης εργασίας, υπερβαίνει τις αποδοχές δύο (2) μηνών, ο εργοδότης μπορεί να καταβάλει κατά την απόλυση μέρος της αποζημίωσης που αντιστοιχεί στις αποδοχές δύο (2) μηνών. Το υπόλοιπο ποσό καταβάλλεται σε διμηνιαίες δόσεις, καθεμία από τις οποίες δεν μπορεί να είναι κατώτερη από τις αποδοχές δύο (2) μηνών, εκτός και αν το ποσό που υπολείπεται για την εξόφληση του συνόλου της αποζημίωσης είναι μικρότερο. Η πρώτη δόση καταβάλλεται την επομένη της συμπλήρωσης διμήνου από την απόλυση.
Πότε λήγει μια σχέση εργασίας
Πρώτον, αυτοδικαίως, όταν λήξει ο χρόνος της διάρκειάς της, αν πρόκειται για σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου. Δεύτερον, με συμφωνία μεταξύ των συμβαλλομένων. Τρίτον, με καταγγελία της σύμβασης εργασίας από τον εργοδότη ή τον εργαζόμενο. Τέταρτον, με το θάνατο του εργαζομένου.
Σύμβαση ορισμένου χρόνου
Η σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου λήγει αυτόματα με τη λήξη του συμφωνημένου χρόνου και δεν απαιτείται έγγραφη αναγγελία και καταβολή αποζημίωσης. Εάν όμως ο εργαζόμενος μετά τη λήξη της συνεχίσει να παρέχει τις υπηρεσίες του, η σύμβαση θεωρείται ότι ανανεώθηκε σιωπηρά, οπότε, σε περίπτωση απόλυσης, πρέπει να τηρηθούν οι νόμιμες προϋποθέσεις (γραπτή κοινοποίηση, αποζημίωση).
Σύμβαση αορίστου χρόνου
Η καταγγελία της σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου μπορεί να γίνει μονομερώς είτε από τον εργοδότη (απόλυση) είτε από τον εργαζόμενο (οικειοθελής αποχώρηση).
Η οικειοθελής αποχώρηση (παραίτηση) μπορεί να γίνει ρητά ή σιωπηρά, και στην περίπτωσή της δεν οφείλεται αποζημίωση. Σε κάθε περίπτωση, όμως, ο εργαζόμενος κατά την αποχώρησή του δικαιούται, εφόσον δεν έχει λάβει την ετήσια άδειά του, αποζημίωση για αποδοχές μη ληφθείσας άδειας και επιδόματος αδείας.
Ο πιο συνηθισμένος στην πράξη τρόπος λύσης της σχέσης εργασίας είναι η καταγγελία εκ μέρους του εργοδότη (απόλυση του εργαζομένου από τον εργοδότη).
Η καταγγελία εκ μέρους του εργοδότη διακρίνεται σε τακτική και άτακτη. Τακτική είναι η καταγγελία με προειδοποίηση, δηλαδή επιφέρει λύση της εργασιακής σχέσης μετά την πάροδο ορισμένης προθεσμίας από τότε που θα επιδοθεί στον εργαζόμενο. Η τακτική καταγγελία είναι δυνατή μόνο σε όσους έχουν υπαλληλική ιδιότητα. Ατακτη καταγγελία είναι η καταγγελία χωρίς προειδοποίηση.
Εγκυρη τακτική καταγγελία
Απαραίτητες οι εξής ποϋποθέσεις:
Γραπτή κοινοποίηση της καταγγελίας της σύμβασης εργασίας στον εργαζόμενο. Η προφορική καταγγελία είναι άκυρη.
Τήρηση ορισμένου χρόνου προειδοποίησης, που είναι ανάλογος με τον χρόνο προϋπηρεσίας στον τελευταίο εργοδότη.
Χορήγηση αποζημίωσης, εφόσον ο εργαζόμενος έχει συμπληρώσει τουλάχιστον δίμηνη απασχόληση, η οποία είναι ανάλογη με το χρόνο προϋπηρεσίας στον τελευταίο εργοδότη.
Γνωστοποίηση του λόγου καταγγελίας, ώστε να διαπιστώνεται ότι δεν προσκρούει σε απαγορευτικές διατάξεις ή ότι ασκείται καταχρηστικά.
Αναγγελία της απόλυσης στον ΟΑΕΔ μέσα σε 8 ημέρες. Η παράλειψη της προϋπόθεσης αυτής δεν ακυρώνει την καταγγελία, αλλά έχει ποινικές συνέπειες για τον εργοδότη.
Καταχώριση της καταγγελίας της σύμβασης εργασίας του απολυόμενου μισθωτού στα τηρούμενα στο ΙΚΑ βιβλία.
Απόλυση εγκύου
Απαγορεύεται η απόλυση εργαζομένης κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης αλλά και για ένα έτος μετά τον τοκετό, ή για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα σε περίπτωση επιπλοκών. Επιτρέπεται μόνο για σπουδαίο λόγο, ο οποίος δεν έχει σχέση με την εγκυμοσύνη, και η καταγγελία αυτή πρέπει να γνωστοποιείται στην Επιθεώρηση Εργασίας.
Απόλυση κατά την περίοδο της ετήσιας άδειας
Κατά ρητή επιταγή του νόμου η καταγγελία της σύμβασης εργασίας είναι άκυρη όταν γίνει κατά τη διάρκεια της ετήσιας άδειας με αποδοχές. Η απαγόρευση αυτή αφορά αποκλειστικά αυτή τη μορφή της άδειας.
Συνεπώς η καταγγελία της σύμβασης εργασίας κατά τη διάρκεια αναρρωτικής άδειας δεν είναι άκυρη, ωστόσο ελέγχεται από πλευράς καταχρηστικότητας.
Σε περίπτωση που η καταγγελία της σύμβασης εργασίας από τον εργοδότη δεν πληροί τις ως άνω αναφερόμενες προϋποθέσεις είναι άκυρη, δεν επιφέρει λύση της σύμβασης εργασίας και, κατά συνέπεια, η σύμβαση εργασίας εξακολουθεί να παράγει τις έννομες συνέπειές της.
Καταχρηστική απόλυση
Η καταγγελία της σύμβασης εργασίας δεν συνδέεται με κάποια αιτιολογία (οι απολύσεις στην Ελλάδα είναι αναιτιολόγητες), ωστόσο ελέγχεται για καταχρηστικότητα.
Κυρίαρχο στοιχείο κατά τη νομολογία για να θεωρηθεί η καταγγελία της σύμβασης καταχρηστική είναι η ύπαρξη λόγου εμπάθειας ή εκδίκησης και γενικά προσωπικού λόγου του εργοδότη που δεν συνδέεται με τα συμφέροντα της επιχείρησης.
Να σημειωθεί εδώ πως σε αυτούς τους λόγους εντάσσονται και οι λόγοι που συνδέονται με διακρίσεις που απαγορεύονται ευθέως από το νόμο (φυλή, φύλο κ.ά.).
Συμπερασματικά, η καταγγελία σύμβασης εργασίας δεν είναι καταχρηστική όταν οφείλεται σε διακοπή της αρμονικής συνεργασίας μεταξύ του εργοδότη και του εργαζομένου, που προήλθε από αντισυμβατική συμπεριφορά ή από πλημμελή εκτέλεση των καθηκόντων του εργαζομένου.
http://www.enet.gr/
ΠΡΕΖΑ TV
8-9-2013
Το περίεργο email της τρόικας και η παράλογη απαίτηση για απολύσεις χωρίς αποζημίωση φέρνουν εκ νέου στο προσκήνιο τα δικαιώματα που έχουν οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα ή στις επιχειρήσεις και τους Οργανισμούς του κράτους που απασχολούν υπαλλήλους με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου.
Ετσι, περισσότερο από ποτέ, με αφορμή τις απολύσεις στην ΕΡΤ, αλλά και τις μελλούμενες απομακρύνσεις από τις επιχειρήσεις και τους Οργανισμούς της αμυντικής βιομηχανίας, τη ΛΑΡΚΟ κ.ά., καθίσταται αναγκαίος ένας οδηγός με τα δικαιώματα που δίνει στην ανίσχυρη πλευρά, αυτή των εργαζομένων, η υφιστάμενη νομοθεσία.
Η «Κ.Ε.», με τη βοήθεια του Παρατηρητηρίου Απασχόλησης της ΓΣΕΕ, έφτιαξε έναν πλήρη οδηγό με τα δικαιώματα των εργαζομένων με σχέση αορίστου χρόνου ιδιωτικού δικαίου, σε περίπτωση απόλυσης, που είναι κατοχυρωμένα με νόμο.
Αρνηση υπογραφής
Σε περίπτωση απόλυσης εφόσον ο εργαζόμενος αρνηθεί να υπογράψει την παραλαβή του εγγράφου της καταγγελίας, τότε αυτή κοινοποιείται με δικαστικό επιμελητή, η δε σχετική αποζημίωση κατατίθεται στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων στο όνομα του δικαιούχου.
Ο εργαζόμενος μπορεί να παραλάβει το έγγραφο ή την αποζημίωση, προσθέτοντας πριν από την υπογραφή του τη φράση «με την επιφύλαξη κάθε δικαιώματός μου». Ετσι δεν χάνει το δικαίωμα να προσβάλει το κύρος της καταγγελίας της σύμβασης εργασίας του.
Οσον αφορά την αποζημίωση που καταβάλλεται σε περίπτωση άτακτης (χωρίς προειδοποίηση) καταγγελίας, αυτή είναι διπλάσια από τη χορηγούμενη σε περίπτωση τακτικής (με προειδοποίηση) καταγγελίας.
Η καταγγελία σύμβασης εργασίας ιδιωτικού υπαλλήλου με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου, με τη διαδικασία της προειδοποίησης, γίνεται με τους εξής χρονικούς περιορισμούς:
ΑΓια υπαλλήλους που έχουν υπηρετήσει από δώδεκα (12) «συμπληρωμένους» μήνες έως δύο (2) έτη, απαιτείται προειδοποίηση ενός (1) μηνός πριν από την απόλυση.
ΒΓια υπαλλήλους που έχουν υπηρετήσει από δύο (2) έτη συμπληρωμένα έως πέντε (5) έτη, απαιτείται προειδοποίηση δύο (2) μηνών πριν από την απόλυση. Και ούτω καθεξής.
Εργοδότης που προειδοποιεί εγγράφως τον εργαζόμενο (στις προθεσμίες που προαναφέρθηκαν) καταβάλλει στον απολυόμενο το ήμισυ της αποζημίωσης της καταγγελίας χωρίς προειδοποίηση.
Εργοδότης που παραμελεί την υποχρέωση προειδοποίησης για καταγγελία σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου ιδιωτικού υπαλλήλου οφείλει να καταβάλει στον απολυόμενο υπάλληλο ολόκληρο το ποσό της αποζημίωση απόλυσης, όπως κλιμακώνεται στο σχετικό πίνακα.
Το ποσό της αποζημίωσης για την απόλυση εργατοτεχνιτών είναι διαφορετικό (μικρότερο) από αυτό των υπαλλήλων.
Οταν η αποζημίωση, λόγω καταγγελίας της σύμβασης εργασίας, υπερβαίνει τις αποδοχές δύο (2) μηνών, ο εργοδότης μπορεί να καταβάλει κατά την απόλυση μέρος της αποζημίωσης που αντιστοιχεί στις αποδοχές δύο (2) μηνών. Το υπόλοιπο ποσό καταβάλλεται σε διμηνιαίες δόσεις, καθεμία από τις οποίες δεν μπορεί να είναι κατώτερη από τις αποδοχές δύο (2) μηνών, εκτός και αν το ποσό που υπολείπεται για την εξόφληση του συνόλου της αποζημίωσης είναι μικρότερο. Η πρώτη δόση καταβάλλεται την επομένη της συμπλήρωσης διμήνου από την απόλυση.
Πότε λήγει μια σχέση εργασίας
Πρώτον, αυτοδικαίως, όταν λήξει ο χρόνος της διάρκειάς της, αν πρόκειται για σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου. Δεύτερον, με συμφωνία μεταξύ των συμβαλλομένων. Τρίτον, με καταγγελία της σύμβασης εργασίας από τον εργοδότη ή τον εργαζόμενο. Τέταρτον, με το θάνατο του εργαζομένου.
Σύμβαση ορισμένου χρόνου
Η σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου λήγει αυτόματα με τη λήξη του συμφωνημένου χρόνου και δεν απαιτείται έγγραφη αναγγελία και καταβολή αποζημίωσης. Εάν όμως ο εργαζόμενος μετά τη λήξη της συνεχίσει να παρέχει τις υπηρεσίες του, η σύμβαση θεωρείται ότι ανανεώθηκε σιωπηρά, οπότε, σε περίπτωση απόλυσης, πρέπει να τηρηθούν οι νόμιμες προϋποθέσεις (γραπτή κοινοποίηση, αποζημίωση).
Σύμβαση αορίστου χρόνου
Η καταγγελία της σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου μπορεί να γίνει μονομερώς είτε από τον εργοδότη (απόλυση) είτε από τον εργαζόμενο (οικειοθελής αποχώρηση).
Η οικειοθελής αποχώρηση (παραίτηση) μπορεί να γίνει ρητά ή σιωπηρά, και στην περίπτωσή της δεν οφείλεται αποζημίωση. Σε κάθε περίπτωση, όμως, ο εργαζόμενος κατά την αποχώρησή του δικαιούται, εφόσον δεν έχει λάβει την ετήσια άδειά του, αποζημίωση για αποδοχές μη ληφθείσας άδειας και επιδόματος αδείας.
Ο πιο συνηθισμένος στην πράξη τρόπος λύσης της σχέσης εργασίας είναι η καταγγελία εκ μέρους του εργοδότη (απόλυση του εργαζομένου από τον εργοδότη).
Η καταγγελία εκ μέρους του εργοδότη διακρίνεται σε τακτική και άτακτη. Τακτική είναι η καταγγελία με προειδοποίηση, δηλαδή επιφέρει λύση της εργασιακής σχέσης μετά την πάροδο ορισμένης προθεσμίας από τότε που θα επιδοθεί στον εργαζόμενο. Η τακτική καταγγελία είναι δυνατή μόνο σε όσους έχουν υπαλληλική ιδιότητα. Ατακτη καταγγελία είναι η καταγγελία χωρίς προειδοποίηση.
Εγκυρη τακτική καταγγελία
Απαραίτητες οι εξής ποϋποθέσεις:
Γραπτή κοινοποίηση της καταγγελίας της σύμβασης εργασίας στον εργαζόμενο. Η προφορική καταγγελία είναι άκυρη.
Τήρηση ορισμένου χρόνου προειδοποίησης, που είναι ανάλογος με τον χρόνο προϋπηρεσίας στον τελευταίο εργοδότη.
Χορήγηση αποζημίωσης, εφόσον ο εργαζόμενος έχει συμπληρώσει τουλάχιστον δίμηνη απασχόληση, η οποία είναι ανάλογη με το χρόνο προϋπηρεσίας στον τελευταίο εργοδότη.
Γνωστοποίηση του λόγου καταγγελίας, ώστε να διαπιστώνεται ότι δεν προσκρούει σε απαγορευτικές διατάξεις ή ότι ασκείται καταχρηστικά.
Αναγγελία της απόλυσης στον ΟΑΕΔ μέσα σε 8 ημέρες. Η παράλειψη της προϋπόθεσης αυτής δεν ακυρώνει την καταγγελία, αλλά έχει ποινικές συνέπειες για τον εργοδότη.
Καταχώριση της καταγγελίας της σύμβασης εργασίας του απολυόμενου μισθωτού στα τηρούμενα στο ΙΚΑ βιβλία.
Απόλυση εγκύου
Απαγορεύεται η απόλυση εργαζομένης κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης αλλά και για ένα έτος μετά τον τοκετό, ή για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα σε περίπτωση επιπλοκών. Επιτρέπεται μόνο για σπουδαίο λόγο, ο οποίος δεν έχει σχέση με την εγκυμοσύνη, και η καταγγελία αυτή πρέπει να γνωστοποιείται στην Επιθεώρηση Εργασίας.
Απόλυση κατά την περίοδο της ετήσιας άδειας
Κατά ρητή επιταγή του νόμου η καταγγελία της σύμβασης εργασίας είναι άκυρη όταν γίνει κατά τη διάρκεια της ετήσιας άδειας με αποδοχές. Η απαγόρευση αυτή αφορά αποκλειστικά αυτή τη μορφή της άδειας.
Συνεπώς η καταγγελία της σύμβασης εργασίας κατά τη διάρκεια αναρρωτικής άδειας δεν είναι άκυρη, ωστόσο ελέγχεται από πλευράς καταχρηστικότητας.
Σε περίπτωση που η καταγγελία της σύμβασης εργασίας από τον εργοδότη δεν πληροί τις ως άνω αναφερόμενες προϋποθέσεις είναι άκυρη, δεν επιφέρει λύση της σύμβασης εργασίας και, κατά συνέπεια, η σύμβαση εργασίας εξακολουθεί να παράγει τις έννομες συνέπειές της.
Καταχρηστική απόλυση
Η καταγγελία της σύμβασης εργασίας δεν συνδέεται με κάποια αιτιολογία (οι απολύσεις στην Ελλάδα είναι αναιτιολόγητες), ωστόσο ελέγχεται για καταχρηστικότητα.
Κυρίαρχο στοιχείο κατά τη νομολογία για να θεωρηθεί η καταγγελία της σύμβασης καταχρηστική είναι η ύπαρξη λόγου εμπάθειας ή εκδίκησης και γενικά προσωπικού λόγου του εργοδότη που δεν συνδέεται με τα συμφέροντα της επιχείρησης.
Να σημειωθεί εδώ πως σε αυτούς τους λόγους εντάσσονται και οι λόγοι που συνδέονται με διακρίσεις που απαγορεύονται ευθέως από το νόμο (φυλή, φύλο κ.ά.).
Συμπερασματικά, η καταγγελία σύμβασης εργασίας δεν είναι καταχρηστική όταν οφείλεται σε διακοπή της αρμονικής συνεργασίας μεταξύ του εργοδότη και του εργαζομένου, που προήλθε από αντισυμβατική συμπεριφορά ή από πλημμελή εκτέλεση των καθηκόντων του εργαζομένου.
http://www.enet.gr/
ΠΡΕΖΑ TV
8-9-2013
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου