του Πέτρου Ι. Μηλιαράκη
Δικηγόρου των Ευρωπαϊκών Δικαστηρίων
Γραμματέα του Δ.Σ. του «ΠΡΑΤΤΩ»
Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, που αφετηρία του είχε το Φθινόπωρο του έτους 1939, ήταν φανερό ότι αναποφεύκτως θα έπληττε και την Ελλάδα.


Με την έναρξη του Ελληνοϊταλικού Πολέμου, ανήμερα της 28ης Οκτωβρίου 1940, η Ελληνική Κυβέρνηση (Δικτατορία Μεταξά) ανακοίνωσε στον Πρεσβευτή της Μεγάλης Βρετανίας ότι βρισκόταν σε πλήρη αδυναμία να αντιμετωπίσει τις πολεμικές δαπάνες και ότι βασιζόταν στη Βρετανική Κυβέρνηση προκειμένου να της παράσχει την υπεσχημένη οικονομική βοήθεια. Οι δαπάνες δε ήταν διπλές: αφενός μεν αφορούσαν σε συνάλλαγμα για την προμήθεια στρατιωτικού υλικού και αφετέρου σε δραχμές για την αντιμετώπιση στο εσωτερικό των έκτακτων πολεμικών αναγκών. Έτσι άρχισαν οι διαπραγματεύσεις με αντικειμενικό σκοπό την κάλυψη σε στερλίνες των αναγκών της ελληνικής κυβέρνησης. Τις διαπραγματεύσεις δε από Ελληνικής πλευράς διεξήγαγε ο τότε Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Καθηγητής Κυριάκος Βαρβαρέσος.

Πράγματι, η Βρετανική Κυβέρνηση προσέφερε βοήθεια, σε πίστωση του Ελληνικού Δημοσίου, που αφορούσε απευθείας οφειλή του Ελληνικού Κράτους και θα αποδιδόταν μέχρι τη λήξη των εχθροπραξιών. Αργότερα και με παρέμβαση των Η.Π.Α., τα πολεμικά αυτά χρέη αποφασίστηκε να μην αποδοθούν. Έτσι το 1946 η Κυβέρνηση της Μεγάλης Βρετανίας παραιτήθηκε από την αξίωση και επιστροφή των πιστώσεων αυτών!

Χάρις στη βοήθεια αυτή έγινε δυνατή η έκδοση νέου χαρτονομίσματος, ενώ ενισχύθηκαν σημαντικότατα και τα συναλλαγματικά αποθέματα της Χώρας. Η συνολική βοήθεια που έδωσε η Βρετανική Κυβέρνηση αφορούσε σαράντα πέντε (45) εκατομμύρια λίρες και πέντε (5) εκατομμύρια δολάρια. Από τις λίρες αυτές τριάντα πέντε (35) εκατομμύρια διατέθηκαν για την έκδοση δραχμών, ενώ τα δέκα (10) εκατομμύρια διατέθηκαν για πληρωμή στρατιωτικών προμηθειών στο εξωτερικό. Υπ’ όψιν δε ότι η αναλογία του (τότε επιβαλλόμενου) καλύμματος προς την κυκλοφορία, το Δεκέμβριο του 1940, ήταν 65,06%(1).
Κάτω από τις δραματικές συνθήκες της Γερμανικής εισβολής την 5η προς 6η Απριλίου 1941,  ήταν αναγκαίο να διασωθεί τουλάχιστον ο χρυσός(2) της Χώρας. Επισημειώνεται δε ότι η Ελλάδα ήταν η μόνη κατεχόμενη Χώρα «της οποίας ο χρυσός μετεφέρθη εξ ολοκλήρου εις το εξωτερικόν και διέφυγε την γερμανικήν αρπαγήν (sic)» (3).

Ενταύθα καταγράφονται και τα παρακάτω τα οποία δεν μπορούν να αμφισβητηθούν από Γερμανικής πλευράς:

Οι Γερμανοί προέβησαν σε αφαίμαξη της Ελληνικής οικονομίας  με αρπαγή των χαρτονομισμάτων και καταλήστευση περιουσιακών στοιχείων της Τράπεζας της Ελλάδος. Η αρχική αρπαγή των χαρτονομισμάτων αφορούσε εκείνα που είχαν εκδοθεί στην κάλυψη που είχε παράσχει η Κυβέρνηση της Μεγάλης Βρετανίας. Αυτό που διαφεύγει μέχρι σήμερα δημοσιότητας είναι ότι οι κατακτητές Γερμανοί από το Νοέμβριο του 1943 άρχισαν να πωλούν στην αγορά των Αθηνών (ως εάν επρόκειτο περί …λαϊκής αγοράς!) χρυσές λίρες Αγγλίας και χρυσά εικοσόφραγκα, τα οποία είχαν υφαρπάσει από την Τράπεζα της Ελλάδος, κατά παράβαση κάθε έννοιας του Δικαίου του Πολέμου (4).

Βεβαίως εδώ συνέπραξε και μια ελάχιστη μειονότητα συναλλασσομένων που ήταν προδήλως συνεργάτες των Γερμανών που πλούτισαν «εν μέσω της γενικής και πρωτοφανούς απαθλιώσεως και δυστυχίας της ολότητος του ελληνικού λαού (sic)» (5).

Επίσης,  οι κατακτητές με τους εγκάθετούς τους τοποτηρητές Hahn και Volkmer (που ήταν εγκατεστημένοι στην Τράπεζα της Ελλάδος), καταλήστευαν τα αποθεματικά της Χώρας. Αξίωναν δε πριν από οποιαδήποτε άλλη πληρωμή να τους παραδοθούν τα ήδη τυπωμένα χαρτονομίσματα για τις ανάγκες των κατακτητών.

Η τρομακτική(!) εικόνα που οι Γερμανοί άφησαν φεύγοντας από την Ελλάδα τον Οκτώβριο του 1944, συνοψίζεται στα παρακάτω:

• Η κυκλοφορία των τραπεζογραμματίων το 1942 ήταν  στα 15,7. Η τιμή της χρυσής λίρας ήταν στα 127,7 και ο τιμάριθμός του κόστους ζωής ήταν στα 156,5.
• Τον Οκτώβριο του 1944 η κυκλοφορία των τραπεζογραμματίων από τα 15,7 ανήλθε στα 8.276.320, η τιμή της χρυσής λίρας από τα 127,7 ανήλθε  στα 1.633.540.989 και ο τιμάριθμός του κόστους ζωής από τα 156,5 ανήλθε στα 2.305.984.911.

Από τα παραπάνω καταδεικνύεται ότι όλοι όσοι πλούτισαν με χρυσές λίρες την περίοδο της κατοχής έγιναν δισεκατομμυριούχοι την επομένη της απελευθέρωσης, ενώ το εθνικό νόμισμα είχε ευτελισθεί στην κυριολεξία, καθόσον τον Οκτώβριο του 1944, δηλαδή τον τελευταίο μήνα της κατοχής, η κυκλοφορία της δραχμής είχε αυξηθεί κατά οκτώ εκατομμύρια διακόσιες εβδομήντα έξι χιλιάδες φορές(!) και η τιμή της χρυσής λίρας είχε αυξηθεί κατά ένα δισεκατομμύριο εξακόσια τριάντα τρία εκατομμύρια πεντακόσιες σαράντα χιλιάδες φορές! Επίσης το βιοτικό πρόβλημα ήταν μέγιστο και απόλυτο, λόγω της σπανιότητας των τροφίμων. Υπερακόντισε δε ακόμη και αυτή την ασύλληπτη αύξηση της τιμής της χρυσής λίρας!...

Η «κατάσταση» όμως αυτή αυτοτελώς συνεπάγεται διεθνή ευθύνη του Κράτους των κατακτητών! Ο Λογαριασμός αυτός αφορά υποχρέωση όχι μόνο «εις επανόρθωσιν», αλλά και υποχρέωση «εις ικανοποίησιν»(6) της ηθικής βλάβης του Ελληνικού λαού, εφόσον (γενικώς) συνεπαγόταν προσβολή της αξιοπρέπειας του Ελληνικού Κράτους και του Λαού της.  Αυτός ο Λογαριασμός που αφορούσε στην εκποίηση των χρυσών λιρών της Αγγλίας και των χρυσών εικοσόφραγκων, που έλαβε χώρα στην «αγορά των Αθηνών»(!) από το Νοέμβριο του 1943 έως τον Οκτώβριο του 1944, θα πρέπει να αναδειχθεί όχι μόνο ως αυτοτελής υποχρέωση για επανόρθωση, αλλά και ως υποχρέωση για ηθική ικανοποίηση της Ελλάδας από την ενωμένη μεταπολεμική Γερμανία!

Πέραν όμως του προαναφερομένου, και ενταύθα αναδεικνυόμενου Λογαριασμού, υπάρχει και ένας άλλος σημαντικός Λογαριασμός. Αφορά δε τη μυστική συνεργασία (7) ανάμεσα στον κατοχικό Υπουργό Οικονομικών της Ελλάδας Έκτορα Τσιρονίκο, το Γερμανό πληρεξούσιο και τον τότε κατοχικό Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας Σπύρο Χατζηκυριάκο.

Ο Λογαριασμός αυτός αφορούσε στο «εμπορικό clearing»(8). Με τις πράξεις του κατοχικού clearing αυξήθηκε δραματικά η παθητικότητα στο ισοζύγιο πληρωμών σε βάρος της Ελλάδος και υπέρ της Γερμανίας!

Συνεπώς, πέραν των προαναφερομένων ευθυνών, πέραν της αρπαγής του χρήματος από την Τράπεζα της Ελλάδος και της υλικής και ηθικής καταρράκωσης του Ελληνικού Λαού, η διεξαγωγή του τότε εμπορίου αφορούσε καταλήστευση της Ελλάδας μέσω του «clearing Γερμανίας»(9). Ιδού λοιπόν ο Λογαριασμός του «clearing Γερμανίας», όπως πρέπει να αναγνωρισθεί υπέρ της Ελλάδας:

1) Για τις πραγματοποιηθείσες εισαγωγές σε μάρκα του Γ’ Ράϊχ (R.M.) θα έπρεπε να καταβληθεί στην Ελλάδα το ποσό των 219.098.724 R.M.
2) Για ενεργηθέντα εμβάσματα της εταιρείας «Ελλατούρκ», εφόσον ουδεμία εισαγωγή έλαβε χώρα, θα έπρεπε να καταβληθεί στην Ελλάδα το ποσό των 48.178.349 R.M.
3) Για ενεργηθέντα εμβάσματα σε κάλυψη της αξίας του χρυσού θα έπρεπε να καταβληθεί στην Ελλάδα το ποσό των 31.929.445 R.M.
4) Για εξαχθέντα ελληνικά εμπορεύματα λόγω προσαρμογής τιμών θα έπρεπε να καταβληθεί στην Ελλάδα η διαφορά των  374.358.554 R.M.
5) Για αξία εξαχθέντων καπνών θα έπρεπε να καταβληθεί στην Ελλάδα το ποσό των 124.521.700 R.M.
6) Για αξία κατασχεθέντων υλικών στις αποθήκες Τελωνείου Πειραιά και στις Γενικές Αποθήκες Εμπορευμάτων του Ελληνικού Γραφείου Ανεφοδιασμού, θα έπρεπε να καταβληθεί στην Ελλάδα το ποσό των 38.480.000 R.M.
7) Για αξία εξαχθέντων από τις Στρατιωτικές Αρχές Εμπορευμάτων χωρίς τήρηση συνοδευτικών διατυπώσεων, θα έπρεπε να καταβληθεί στην Ελλάδα το ποσό των 356.956.600 R.M.

Στην προκειμένη περίπτωση δηλαδή, οι απαιτήσεις της Ελλάδας ανέρχονταν τότε στο εντυπωσιακό ποσό των 1.193.523.372 R.M. Το ποσό δε αυτό οφείλει να καταβάλει η ενωμένη Γερμανία στην Ελλάδα και μάλιστα εντόκως από τον Οκτώβριο του 1944.

Οι προαναφερόμενοι λογαριασμοί μέχρι και σήμερα δεν έχουν αναδειχθεί. Όμως, όλα όσα καταγράφονται ενταύθα αξίζει να τύχουν της δέουσας αντιμετώπισης από τις δημοκρατικές εκείνες δυνάμεις που υπερασπίζονται τα εθνικά δίκαια και συμφέροντα και δεν υποκύπτουν σε νεοαποικιακές εξαρτήσεις που καθιστούν την Πατρίδα μας αποικία χρέους!
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
(1) Βλ. Π.Μηλιαράκης, Μακροσύστημα και Ευρωσύστημα με αναφορά στο Οικονομικό Δίκαιο, Α.Α.Λιβάνης, 2009, σελ. 155 και επ. όπου: α) αναφορά στη μεταπολεμική υιοθέτηση το 1944 των σταθερών ισοτιμιών και η σύνδεσή τους με τον κανόνα χρυσού στα πλαίσια του Διεθνούς Συστήματος του  Bretton Woods και  β) επίσης αναφορά στην εγκατάλειψη το 1971 αυτών των σταθερών ισοτιμιών και οποιασδήποτε αναφοράς στον κανόνα χρυσού.  Το νόμισμα σήμερα εκδίδεται ακάλυπτο.
(2) Πράγματι διασώθηκε ο χρυσός αφού μεταφέρθηκε αρχικώς στο Ηράκλειο της Κρήτης, στη συνέχεια στη Σούδα, και από εκεί κατέληξε μέσω Αιγύπτου στη Νότια Αφρική. Ήταν δε κεκανονισμένης καθαρότητας, βάρους 608.350 ουγγιών.
(3) Βλ. Η.Βενέζης, Χρονικόν της Τραπέζης της Ελλάδος, 1955, σελ. 249
(4) Ενταύθα γίνεται αναφορά στη διεθνή ευθύνη της Γερμανίας λόγω άδικου πολέμου (Unjust War). Πέραν αυτού υποσημειώνονται και τα εξής: α) η διεθνής ευθύνη Κράτους δεν προϋποθέτει την ύπαρξη αδικήματος με την έννοια του εσωτερικού δικαίου και β) το Κράτος που παραβιάζει το Διεθνές Δίκαιο δεν μπορεί να προβάλει ένσταση απαραδέκτου κατά τους κανόνες του εσωτερικού δικαίου. Αυτά υπ’ όψιν, γιατί πολλοί νομομαθείς ερμηνεύουν (δυστυχώς) την βραδύτητα αξιώσεων της Ελλάδας έναντι της Γερμανίας με όρους Αστικού Δικαίου (όπως π.χ. «αποδυνάμωση δικαιώματος» κλπ!..) Υπ’ όψιν επίσης ότι τα εγκλήματα πολέμου δεν υπόκεινται σε παραγραφή!
(5) Βλ. Η.Βενέζης, οπ. π. σελ. 301
(6) Βλ. Κ.Ευσταθιάδου, Διεθνές Δίκαιο Γ, 1963, σελ. 81 και επ., Ε.Ρούκουνας, Διεθνές Δίκαιο (ΙΙΙ), 1983, Αντ. Ν.Σάκκουλας, σελ. 78 και πρβλ. F.Mann, The Consequences of International Wrong in International and National Law BY-BIL 1976-77 και R.M.M. Wallace and O.Martin-Ortega, International Law, Sixth Edition, Sweet & Maxwell, 2009,  σελ. 194 και επ.
(7) Για τη μυστική αυτή συμφωνία –συνεργασία βλ. Η.Βενέζης, οπ.π. σελ. 301-202.
(8) Το clearing είναι μέθοδος συναλλαγής.  Αφορά δε συμψηφισμό απαιτήσεων και υποχρεώσεων που προκύπτουν σε μια συναλλαγή. Πάντως οι συμψηφισμοί αυτοί αφετηρία τους έχουν το Μεσοπόλεμο με έτος αναφοράς το 1930.
(9) Η φράση που χρησιμοποιεί ο Η.Βενέζης για το «clearing Γερμανίας» είναι ότι: «κατεληστεύθη η Ελλάς». Επίσης βλ. ο αυτός, οπ.π. σελ. 308-310.