Τεράστια αίσθηση προκαλεί ανάλυση του γνωστού αμερικανικού think tank «Strategic Forecasting» (STRATFOR) αφού προβαίνει σε προειδοποιήσεις προς την Άγκυρα ότι ο δρόμος που έχει πάρει στην υπόθεση των υδρογονανθράκων στην Ανατολική Μεσόγειο είναι ολισθηρός…
Η προειδοποίηση έχει διπλή σημασία εάν αναλογιστεί κανείς ότι η αίσθηση που επικρατεί είναι ότι το συγκεκριμένο ίδρυμα θα μπορούσε μάλλον να χαρακτηριστεί ως φιλοτουρκικό, με τον ιδρυτή του Δρ. Τζορτζ Φρίντμαν (εβραϊκού θρησκεύματος με οικογένεια προερχόμενη από την κεντρική Ευρώπη) να έχει ουκ ολίγες φορές ταξιδέψει τους τελευταίους μήνες στην Άγκυρα απ’ όπου έστελνε αναλύσεις και εκτιμήσεις για την ικανότητα της Τουρκίας να αποτελέσει τον νέο ηγέτη στην ευρύτερη περιοχή. Κι όλα αυτά μετά από επαφές σε ανώτατο επίπεδο (πολιτικές, στρατιωτικές) κάτι το οποίο προκύπτει τόσο από ανάγνωση των αναλύσεων «πίσω από τις γραμμές» όσο και από την πληρότητα της πληροφόρησης που έδειχνε να διαθέτει ένας κατά τεκμήριο δεινός αναλυτής τν διεθνών σχέσεων και της γεωπολιτικής.
Η ανάλυση ξεκινάει με μια αμφισβητούμενη θα μπορούσε να πει κανείς εκτίμηση, ότι η αμερικανική εταιρία που εμπλέκεται στην εξόρυξη των υδρογονανθράκων, η Noble Energy, καθώς επίσης η Κύπρος, οι Ηνωμένες Πολιτείες και μεγάλο τμήμα της Ευρώπης, δεν μπόρεσαν να αντιληφθούν εγκαίρως ότι η Τουρκία, μη διαθέτοντας καλύτερες επιλογές, «θα χρησιμοποιούσε τη διένεξη για να επιστρέψει στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου».
Κάτι τέτοιες αναφορές σε αναλύσεις μας έχουν κάνει να πιστεύουμε ότι οι δυνατότητες των Ελλήνων αναλυτών, τουλάχιστον στα ζητήματα ασφαλείας της ευρύτερης περιοχής, είναι πολύ ανώτερες των ξένων συναδέλφων τους. Το περιοδικό ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ & ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗ το οποίο μάλιστα στο τρέχων τεύχος που κυκλοφορεί στα περίπτερα σε όλη τη χώρα πραγματεύεται στο κεντρικό του θέμα, για μία ακόμη φορά, το συγκεκριμένο θέμα με τίτλο «Ελλάδα, Κύπρος, Ισραήλ: Η Αντάντ της Ανατολικής Μεσογείου», έχει κατ’ επανάληψη ασχοληθεί με το θέμα προβλέποντας με εντυπωσιακή ακρίβεια το που οδεύουν τα πράγματα και ποια είναι τα γεωπολιτικά και μη συμφέροντα της κάθε εμπλεκόμενης πλευράς τα οποία διακυβεύονται στην υπόθεση.
Στη συνέχεια, η ανάλυση αναφέρει ορθώς, ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες που από την αρχή της θητείας του Μπάρακ Ομπάμα στην προεδρία κατέβαλλαν και εξακολουθούν να καταβάλλουν προσπάθεια για την αλλαγή της εικόνας της χώρας στον μουσουλμανικό κόσμο και κυρίως στη Μέση Ανατολή, έχουν διακρίνει στην Τουρκία μία χώρα με σημαντική πολιτική, οικονομική και στρατιωτική ισχύ η οποία μπορεί να τους βοηθήσει να ξεπεράσουν τα προβλήματα και να ελέγξουν – καθοδηγήσουν την περιοχή πιο αποτελεσματικά. Στη φρασεολογία αυτή υποκρύπτεται – περιλαμβάνεται και η αμερικανική αναζήτηση συμμάχων για τον έλεγχο των πυρηνικών φιλοδοξιών της Τεχεράνης, με την Τουρκία να παίζει σημαντικό ρόλο, κυρίως ελέω γεωγραφίας.
Από το σημείο αυτό αρχίζει η άσκηση ευγενικής μεν, αλλά σκληρότατης κριτικής στην Τουρκία, η οποία είναι βέβαιο ότι θα προκαλέσει συζητήσεις στα κέντρα εξουσίας στην Άγκυρα. Η Τουρκία θεωρείται ότι χρησιμοποιεί σκληρή ρητορική η οποία όμως στερείται ουσίας: Εναντίον του Ισραήλ, με θετικά γι’ αυτήν αποτελέσματα σε επίπεδο δημόσιας εικόνας και επικοινωνιακής διείσδυσης στον αραβικό κόσμο, με σημαντικές όμως απώλειες στον τομέα της αξιοπιστίας, αφού όπως αναφέρεται στην ανάλυση, δεν φαίνονται οι Τούρκοι να είναι διατεθειμένοι να υλοποιήσουν τις απειλές τους για την αποστολή πολεμικών πλοίων που θα συνοδεύσουν έναν νέο «στόλο ελευθερίας» για τη Γάζα. Επειδή γνωρίζουν ότι οι Ισραηλινοί ποτέ δεν αστειεύτηκαν, ούτε σκοπεύουν να το πράξουν τώρα, με θέματα τα οποία άπτονται της εθνικής τους ασφάλειας.
Με απλά λόγια, οι υψηλής δημοσιότητας επισκέψεις του Ερντογάν στο Κάιρο και η προσπάθεια οργάνωσης της υποστήριξης του παλαιστινιακού αιτήματος για αναγνώριση από τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ ως κράτους, καταντούν από ένα σημείο και πέρα αντιπαραγωγικές, αφού πέραν των θετικών επιπτώσεων σε τμήμα των αραβικών κοινωνιών, περιπλέκουν την πολιτική μεγάλων δυνάμεων στην περιοχή, οδηγούν σε ρητορική του τύπου «κι εμείς θα ενισχύσουμε το PKK» (δεν το ξέραμε, μέχρι και το όνομα της εταιρίας συνιδιοκτήτης της οποία ήταν πρώην αρχηγός της Mossad έχει γίνει γνωστό…) και αυτό είναι απείρως σημαντικότερο στο τέλος της ημέρας…
Στη συνέχεια, η ανάλυση του STRATFOR αναφέρεται στην έμμεση προειδοποίηση των ΗΠΑ στη Τουρκία να υπαναχωρήσει στις απειλές της οι οποίες σχετίζονται με τη διαδικασία των ερευνών και των εξορύξεων: Όντως οι ΗΠΑ είχαν μείνει «εξαιρετικά σιωπηλές» (extremely quiet) αν και μη κατονομαζόμενοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι έστειλαν ειδικά προς την Τουρκία μήνυμα (deliberate message) «να μην υπολογίζει στην αμερικανική βοήθεια σε αυτό το ζήτημα». Το STRATFOR με απλά λόγια και ευθέως υποστηρίζει ότι η Τουρκία δεν υπολόγισε σωστά (miscalculated) το πόσο πολύ απαραίτητη είναι για τις Ηνωμένες Πολιτείες ως γεωπολιτικός εταίρος, είτε για όλα τα προαναφερθέντα, είτε ως παράγοντας στην έμμεση πολιτική ανάσχεσης containment) της Ρωσίας. Με αυτό το σκεπτικό το STRATFOR προβλέπει ένταση στις σχέσεις ΗΠΑ-Τουρκίας το προσεχές διάστημα.
Το τελευταίο μέρος της ανάλυσης είναι και το πιο ενδιαφέρον, αφού αξιολογεί τις πιθανότητες ξεσπάσματος στρατιωτικής σύγκρουσης ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία: Μπορεί η Ελλάδα να είναι απασχολημένη με την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης, αναφέρεται, αν όμως η Τουρκία επιμείνει και στείλει πολεμικά πλοία να συνοδεύσουν ερευνητικά σκάφη για τη διενέργεια δικών της ερευνών σε «αμφισβητούμενα» (disputed) ύδατα στην κυπριακή ΑΟΖ, τότε η ελληνική κυβέρνηση ίσως μπει στον πειρασμό να επιχειρήσει τη συσπείρωση του λαού της, οπότε μια σύγκρουση με την Τουρκία δεν προβάλει και ως μια τόσο κακή ιδέα!
Εάν αυτή η εκτίμηση αντιμετωπιστεί «κυριολεκτικά», ίσως τα πράγματα να μην είναι και ακριβώς έτσι. Δεδομένου όμως του ρόλου – ενίοτε – τέτοιων ιδρυμάτων στην διαβίβαση μηνυμάτων, ενδεχομένως μια εναλλακτική ερμηνεία της αναφοράς θα ήταν «ίσως οι ΗΠΑ να εξυπηρετούνται από μια τέτοια προοπτική». Και για να επεκτείνουμε το συλλογισμό λίγο, εμμέσως διαμηνύεται στην Άγκυρα «δεν είστε όσο ισχυροί υποστηρίζεται» ή/και «γνωρίζεται ποιες είναι οι επιχειρησιακές δυνατότητες των Ελλήνων»…
Η ανάλυση ξεκινάει με μια αμφισβητούμενη θα μπορούσε να πει κανείς εκτίμηση, ότι η αμερικανική εταιρία που εμπλέκεται στην εξόρυξη των υδρογονανθράκων, η Noble Energy, καθώς επίσης η Κύπρος, οι Ηνωμένες Πολιτείες και μεγάλο τμήμα της Ευρώπης, δεν μπόρεσαν να αντιληφθούν εγκαίρως ότι η Τουρκία, μη διαθέτοντας καλύτερες επιλογές, «θα χρησιμοποιούσε τη διένεξη για να επιστρέψει στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου».
Κάτι τέτοιες αναφορές σε αναλύσεις μας έχουν κάνει να πιστεύουμε ότι οι δυνατότητες των Ελλήνων αναλυτών, τουλάχιστον στα ζητήματα ασφαλείας της ευρύτερης περιοχής, είναι πολύ ανώτερες των ξένων συναδέλφων τους. Το περιοδικό ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ & ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗ το οποίο μάλιστα στο τρέχων τεύχος που κυκλοφορεί στα περίπτερα σε όλη τη χώρα πραγματεύεται στο κεντρικό του θέμα, για μία ακόμη φορά, το συγκεκριμένο θέμα με τίτλο «Ελλάδα, Κύπρος, Ισραήλ: Η Αντάντ της Ανατολικής Μεσογείου», έχει κατ’ επανάληψη ασχοληθεί με το θέμα προβλέποντας με εντυπωσιακή ακρίβεια το που οδεύουν τα πράγματα και ποια είναι τα γεωπολιτικά και μη συμφέροντα της κάθε εμπλεκόμενης πλευράς τα οποία διακυβεύονται στην υπόθεση.
Στη συνέχεια, η ανάλυση αναφέρει ορθώς, ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες που από την αρχή της θητείας του Μπάρακ Ομπάμα στην προεδρία κατέβαλλαν και εξακολουθούν να καταβάλλουν προσπάθεια για την αλλαγή της εικόνας της χώρας στον μουσουλμανικό κόσμο και κυρίως στη Μέση Ανατολή, έχουν διακρίνει στην Τουρκία μία χώρα με σημαντική πολιτική, οικονομική και στρατιωτική ισχύ η οποία μπορεί να τους βοηθήσει να ξεπεράσουν τα προβλήματα και να ελέγξουν – καθοδηγήσουν την περιοχή πιο αποτελεσματικά. Στη φρασεολογία αυτή υποκρύπτεται – περιλαμβάνεται και η αμερικανική αναζήτηση συμμάχων για τον έλεγχο των πυρηνικών φιλοδοξιών της Τεχεράνης, με την Τουρκία να παίζει σημαντικό ρόλο, κυρίως ελέω γεωγραφίας.
Από το σημείο αυτό αρχίζει η άσκηση ευγενικής μεν, αλλά σκληρότατης κριτικής στην Τουρκία, η οποία είναι βέβαιο ότι θα προκαλέσει συζητήσεις στα κέντρα εξουσίας στην Άγκυρα. Η Τουρκία θεωρείται ότι χρησιμοποιεί σκληρή ρητορική η οποία όμως στερείται ουσίας: Εναντίον του Ισραήλ, με θετικά γι’ αυτήν αποτελέσματα σε επίπεδο δημόσιας εικόνας και επικοινωνιακής διείσδυσης στον αραβικό κόσμο, με σημαντικές όμως απώλειες στον τομέα της αξιοπιστίας, αφού όπως αναφέρεται στην ανάλυση, δεν φαίνονται οι Τούρκοι να είναι διατεθειμένοι να υλοποιήσουν τις απειλές τους για την αποστολή πολεμικών πλοίων που θα συνοδεύσουν έναν νέο «στόλο ελευθερίας» για τη Γάζα. Επειδή γνωρίζουν ότι οι Ισραηλινοί ποτέ δεν αστειεύτηκαν, ούτε σκοπεύουν να το πράξουν τώρα, με θέματα τα οποία άπτονται της εθνικής τους ασφάλειας.
Με απλά λόγια, οι υψηλής δημοσιότητας επισκέψεις του Ερντογάν στο Κάιρο και η προσπάθεια οργάνωσης της υποστήριξης του παλαιστινιακού αιτήματος για αναγνώριση από τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ ως κράτους, καταντούν από ένα σημείο και πέρα αντιπαραγωγικές, αφού πέραν των θετικών επιπτώσεων σε τμήμα των αραβικών κοινωνιών, περιπλέκουν την πολιτική μεγάλων δυνάμεων στην περιοχή, οδηγούν σε ρητορική του τύπου «κι εμείς θα ενισχύσουμε το PKK» (δεν το ξέραμε, μέχρι και το όνομα της εταιρίας συνιδιοκτήτης της οποία ήταν πρώην αρχηγός της Mossad έχει γίνει γνωστό…) και αυτό είναι απείρως σημαντικότερο στο τέλος της ημέρας…
Στη συνέχεια, η ανάλυση του STRATFOR αναφέρεται στην έμμεση προειδοποίηση των ΗΠΑ στη Τουρκία να υπαναχωρήσει στις απειλές της οι οποίες σχετίζονται με τη διαδικασία των ερευνών και των εξορύξεων: Όντως οι ΗΠΑ είχαν μείνει «εξαιρετικά σιωπηλές» (extremely quiet) αν και μη κατονομαζόμενοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι έστειλαν ειδικά προς την Τουρκία μήνυμα (deliberate message) «να μην υπολογίζει στην αμερικανική βοήθεια σε αυτό το ζήτημα». Το STRATFOR με απλά λόγια και ευθέως υποστηρίζει ότι η Τουρκία δεν υπολόγισε σωστά (miscalculated) το πόσο πολύ απαραίτητη είναι για τις Ηνωμένες Πολιτείες ως γεωπολιτικός εταίρος, είτε για όλα τα προαναφερθέντα, είτε ως παράγοντας στην έμμεση πολιτική ανάσχεσης containment) της Ρωσίας. Με αυτό το σκεπτικό το STRATFOR προβλέπει ένταση στις σχέσεις ΗΠΑ-Τουρκίας το προσεχές διάστημα.
Το τελευταίο μέρος της ανάλυσης είναι και το πιο ενδιαφέρον, αφού αξιολογεί τις πιθανότητες ξεσπάσματος στρατιωτικής σύγκρουσης ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία: Μπορεί η Ελλάδα να είναι απασχολημένη με την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης, αναφέρεται, αν όμως η Τουρκία επιμείνει και στείλει πολεμικά πλοία να συνοδεύσουν ερευνητικά σκάφη για τη διενέργεια δικών της ερευνών σε «αμφισβητούμενα» (disputed) ύδατα στην κυπριακή ΑΟΖ, τότε η ελληνική κυβέρνηση ίσως μπει στον πειρασμό να επιχειρήσει τη συσπείρωση του λαού της, οπότε μια σύγκρουση με την Τουρκία δεν προβάλει και ως μια τόσο κακή ιδέα!
Εάν αυτή η εκτίμηση αντιμετωπιστεί «κυριολεκτικά», ίσως τα πράγματα να μην είναι και ακριβώς έτσι. Δεδομένου όμως του ρόλου – ενίοτε – τέτοιων ιδρυμάτων στην διαβίβαση μηνυμάτων, ενδεχομένως μια εναλλακτική ερμηνεία της αναφοράς θα ήταν «ίσως οι ΗΠΑ να εξυπηρετούνται από μια τέτοια προοπτική». Και για να επεκτείνουμε το συλλογισμό λίγο, εμμέσως διαμηνύεται στην Άγκυρα «δεν είστε όσο ισχυροί υποστηρίζεται» ή/και «γνωρίζεται ποιες είναι οι επιχειρησιακές δυνατότητες των Ελλήνων»…
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου